αλκοόλες

αλκοόλες
Οργανικές ενώσεις των οποίων οι χημικοί τύποι προέρχονται από τους υδρογονάνθρακες και περιέχουν μια ομάδα, η οποία αποτελείται από ένα άτομο οξυγόνου και ένα υδρογόνου. Παριστάνεται με τον τύπο ΟΗ και ονομάζεται υδροξύλιο. Ανάλογα με το πλήθος υδροξυλίων που αντικαθιστούν ισάριθμα άτομα υδρογόνου στον αρχικό υδρογονάνθρακα, οι α. διακρίνονται σε μονοσθενείς, δισθενείς και τρισθενείς. Οι δύο τελευταίες λέγονται αντίστοιχα διόλες και τριόλες. Όταν το υδροξύλιο που χαρακτηρίζει τις α. είναι ενωμένο με ένα άτομο άνθρακα, το οποίο με τη σειρά του είναι ενωμένο με δύο άτομα υδρογόνου, τότε έχουμε την πρωτοταγή α. Εάν το άτομο του υδρογόνου είναι μόνο ένα, η α. είναι δευτεροταγής· εάν δεν υπάρχουν άτομα υδρογόνου, είναι τριτοταγής. Η χημική ορολογία καθορίζει για τις α. την κατάληξη -όλη,που προστίθεται στο όνομα του υδρογονάνθρακα· π.χ. η α. που αντιστοιχεί στο αιθάνιο ονομάζεται αιθανόλη ή αιθυλική α. Το υδρογόνο της ομάδας ΟΗ μπορεί να αντικατασταθεί από μέταλλα, οπότε σχηματίζονται τα αλκοολικά άλατα. Στη σειρά α. τα κατώτερα μέλη, δηλαδή όσα έχουν μικρό μοριακό βάρος, έχουν καυστική γεύση, πυκνότητα μικρότερη από το νερό και ανακατεύονται με το νερό. Τα ανώτερα μέλη γίνονται συνεχώς πιο αδιάλυτα με την αύξηση του μοριακού βάρους τους. Τα μέλη με άνω των 11 ατόμων άνθρακα είναι στερεά σε κανονική θερμοκρασία. Η συμπεριφορά των α. στο φαινόμενο της οξείδωσης επιτρέπει τη διάκριση των πρωτοταγών από τις δευτεροταγείς και τριτοταγείς. Η οξείδωση των πρωτοταγών δίνει αλδεΰδες, των δευτεροταγών κετόνες, ενώ το μόριο των τριτοταγών διασπάται και δίνει ένα μείγμα προϊόντων μικρότερου μοριακού βάρους. Οι μονοσθενείς α. είναι άχρωμες και ουδέτερες. Οι γλυκόλες ή δισθενείς α. παίρνουν το όνομά τους από την υπόγλυκη γεύση τους. Αυτή η γεύση και διαλυτότητα στο νερό είναι συνάρτηση σε ορισμένα όρια του αριθμού των υδροξυλίων ΟΗ που περιέχονται στο μόριο. Οι κατώτερες γλυκόλες είναι υγρά άχρωμα και ιξώδη, ενώ οι ανώτερες είναι στερεά, λίγο τοξικές και δεν προκαλούν μέθη. Από τις τρισθενείς α. υπενθυμίζουμε τη γλυκερίνη. Ο ερυθρίτης είναι τετρασθενής α., ο αραβίτης, o ξυλίτης και ο αδονίτης είναι πεντασθενείς α., ισομερείς μεταξύ τους. Από τις εξασθενείς α. υπενθυμίζουμε τον σορβίτη, τον γλυκίτη και τον μαννίτη. Η τελευταία αυτή α. χρησιμοποιείται στην ιατρική ως ήπιο καθαρτικό. αιθυλική αλκοόλη οινόπνευμαΕίναι προϊόν της αλκοολικής ζύμωσης της γλυκόζης και πετυχαίνεται με την επίδραση ορισμένων ενζύμων, που περιέχονται στα κύτταρα του σακχαρομύκητα· είναι υγρό με ευχάριστη γεύση, διαλυτό στο νερό σε κάθε αναλογία, έχει πυκνότητα 0,806, βράζει στους 78°C, καίγεται με κυανή φλόγα και έχει αξιόλογη θερμική ισχύ. Παράγεται με απόσταξη των προϊόντων ζύμωσης του σταφυλιού, των σταφυλιδών, των τεύτλων, της μελάσας και του αμύλου των δημητριακών. Με την απόσταξη φτάνουμε σε ένα προϊόν που περιέχει 5% νερό και καταφεύγουμε έπειτα σε ειδικές μεθόδους για να πετύχουμε μεγαλύτερο βαθμό καθαρότητας (απόλυτη α.). αμυλική αλκοόληΕίναι υγρό ελαιώδες, με καυστική γεύση και υπόγλυκο, που βρίσκει σημαντικές εφαρμογές ως διαλυτικό μέσο. Είναι αρκετά τοξική και η παρουσία της, όπως και της μεθυλικής α. ή ξυλοπνεύματος, απαγορεύεται απολύτως σε προϊόντα που προορίζονται προς βρώση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • λιπαρές αλκοόλες — Αλειφατικές αλκοόλες, οι οποίες περιέχουν στη μοριακή τους αλυσίδα 8 20 άτομα άνθρακα. Λαμβάνονται από διάφορες φυτικές ουσίες με αναγωγή, υδρόλυση ή υδρογόνωση και μπορεί να είναι κορεσμένες, όπως η οκτυλική και η στεαρυλική αλκοόλη, ή ακόρεστες …   Dictionary of Greek

  • απορρυπαντικά — Βιομηχανικά προϊόντα που ανήκουν στην κατηγορία των καθαριστικών μέσων, κύριος αντιπρόσωπος των οποίων υπήρξε για αιώνες το σαπούνι. Μία από τις παλαιότερες χημικές οργανικές αντιδράσεις που εφαρμόστηκαν για την παραγωγή σαπουνιού ήταν η… …   Dictionary of Greek

  • μερκαπτάνες — Οργανικές ενώσεις που περιέχουν θείο· μπορούν να θεωρηθούν ως παράγωγα των αλκοολών, τα οποία προκύπτουν με αντικατάσταση της υδροξυλικής ομάδας ( OH) με σουλφυδρική ομάδα ( SH) και γι’ αυτό ονομάζονται και θειοαλκοόλες. Ο όρος μερκαπτάνες είναι… …   Dictionary of Greek

  • φαινόλες — Αρωματικές οργανικές ενώσεις που χαρακτηρίζονται από την παρουσία στο μόριό τους μιας ή περισσότερων υδροξυλικών ομάδων. Οι φ. μπορούν να θεωρηθούν παράγωγα των αρωματικών υδρογονανθράκων, αφού σε αυτά αντικαθίστανται ένα ή περισσότερα από τα… …   Dictionary of Greek

  • εστέρες — Χημικές ενώσεις που μπορούν σχηματικά να θεωρηθούν ότι παράγονται από ένα οργανικό ή ανόργανο οξύ, με αντικατάσταση ενός υδρογόνου μιας υδροξυλικής ομάδας με τη ρίζα μιας αλκοόλης. Οι ε. των ανόργανων οξέων εξετάζονται αποκλειστικά με βάση το οξύ …   Dictionary of Greek

  • ζυμέλαιο — Πρόσμειξη της αιθυλικής αλκοόλης όταν παρασκευάζεται με ζύμωση. Από την αλκοόλη αυτή εξάγεται 0,4 0,6% ζ., ελαιώδες υγρό με χρώμα ανοιχτό κίτρινο έως καστανοκόκκινο. Το ζ. είναι δηλητηριώδης ουσία, δύσοσμη, που ερεθίζει τους βλεννογόνους των… …   Dictionary of Greek

  • κετόνες — Ομάδα οργανικών ενώσεων με τον γενικό χημικό τύπο:  Oι κ. περιέχουν στο μόριό τους μια χαρακτηριστική ομάδα που αποτελείται από ένα άτομο άνθρακα ενωμένο με έναν διπλό δεσμό με ένα άτομο οξυγόνου. Η ομάδα αυτή ονομάζεται καρβονύλιο (C = Ο) και… …   Dictionary of Greek

  • λανολίνη — Λιπαρή ουσία που περιβάλλει τις ίνες του μαλλιού των ζώων. Εξάγεται με φυγοκέντρηση εν θερμώ του νερού που προέρχεται από το πλύσιμο του ακατέργαστου μαλλιού, του οποίου αποτελεί τα 20% έως 30% του βάρους. Με την κατάλληλη επεξεργασία λαμβάνεται… …   Dictionary of Greek

  • τετρόλη — η, Ν συν. στον πληθ. οι τετρόλες χημ. αλκοόλες που περιλαμβάνουν στα μόριά τους τέσσερεις ομάδες υδροξυλίου, αλλ. τετρασθενείς αλκοόλες, τετραλκοόλες και τετρίτες. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. tetrol < tetr(a) (< τετρ[α] *) + κατάλ.… …   Dictionary of Greek

  • αιθέρες — Χαρακτηριστικές οργανικές ενώσεις οι οποίες αποτελούνται από άνθρακα, υδρογόνο και οξυγόνο. Οι α. προέρχονται από τις αλκοόλες με την αντικατάσταση ενός ατόμου υδρογόνου με μια αλκυλική ρίζα: R–ΟΗ+R–ΟΗ ↔ R–Ο–R+Η2Ο Μπορεί να είναι απλοί ή σύνθετοι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”